Ποιοι είμαστε
Αρχική Οι τρεις ανύπαρκτες τελευταίες επιθυμίες του Μεγάλου ΑλεξάνδρουΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΨΕΥΤΙΚΑ ΡΗΤΑ & ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Οι τρεις ανύπαρκτες τελευταίες επιθυμίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου

17 Ιου
2022

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 2 έτη.

Ισχυρισμός:

Ο Μέγας Αλέξανδρος υπαγόρευσε λίγο πριν πεθάνει τρεις τελευταίες επιθυμίες.

Συμπέρασμα:

Η ιστορία για τις τρεις τελευταίες επιθυμίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι πλαστή και σχετικά πρόσφατη επινόηση.

Ιδιαίτερα δημοφιλές στο διαδίκτυο, την τελευταία δεκαετία, είναι ένα κείμενο για τις υποτιθέμενες τρεις τελευταίες επιθυμίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, λίγο πριν αυτός πεθάνει.

Παραδείγματα: peristeris.gr, pronews.gr, maleviziotis.gr, arxaia-ellinika.blogspot.com, kontranews.gr, true.gr

Στα εξεταζόμενα δημοσιεύματα διαβάζουμε τα εξής:

Ο Μέγας Αλέξανδρος συγκάλεσε τους στρατηγούς του και τους κοινοποίησε τις τρεις τελευταίες επιθυμίες του… Αυτές ήταν:

1] Να μεταφερθεί το φέρετρό του στους ώμους από τους καλύτερους γιατρούς της εποχής.

2] Τους θησαυρούς που είχε αποκτήσει [ασήμι, χρυσάφι, πολύτιμους λίθους] να τους σκορπίσουν σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον τάφο του.

3] Τα χέρια του να μείνουν να λικνίζονται στον αέρα, έξω από το φέρετρο, σε θέα όλων. Ένας από τους στρατηγούς, έκπληκτος από τις ασυνήθιστες επιθυμίες, ρώτησε τον Αλέξανδρο ποιοι ήταν οι λόγοι.

Ο Αλέξανδρος του εξήγησε:

1] Θέλω οι πιο διαπρεπείς γιατροί να σηκώσουν το φέρετρό μου, για να μπορούν να δείξουν με αυτό τον τρόπο ότι ούτε εκείνοι δεν έχουν, μπροστά στο θάνατο, τη δύναμη να θεραπεύουν!

2] Θέλω το έδαφος να καλυφθεί από τους θησαυρούς μου, για να μπορούν όλοι να βλέπουν ότι τα αγαθά που αποκτούμε εδώ, εδώ παραμένουν!

3] Θέλω τα χέρια μου να αιωρούνται στον αέρα, για να μπορούν οι άνθρωποι να βλέπουν ότι ερχόμαστε με τα χέρια άδεια και με τα χέρια άδεια φεύγουμε, όταν τελειώσει για εμάς ο πιο πολύτιμος θησαυρός που είναι ο χρόνος!

Τι ισχύει

Η εξεταζόμενη ιστορία δεν εντοπίζεται σε καμία από τις αρχαίες ή νεότερες μεσαιωνικές πηγές. Όπως όλα δείχνουν, πρόκειται για μια νεότερη επινόηση, άγνωστου συγγραφέα, καθώς τη βλέπουμε να εμφανίζεται χρονολογικά σε ελληνικές ιστοσελίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης περίπου από το 2010 ενώ σε αγγλικές σελίδες λίγα χρόνια νωρίτερα, από το 2007.

Θα εξετάσουμε αναλυτικά τις πηγές για τη ζωή και το έργο του Μεγάλου Αλεξάνδρου καθώς και την εξιστόρηση των γεγονότων των τελευταίων ημερών της ζωής του.

Οι πηγές

Ο Μέγας Αλέξανδρος γεννήθηκε στην Αρχαία Πέλλα, τον Ιούλιο του 356 π.Χ., και πέθανε στην Βαβυλώνα στις 10 Ιουνίου 323 π.Χ.

Καμία σωζόμενη αρχαία εξιστόρηση για τον Αλέξανδρο δεν έχει γραφτεί πριν το θάνατο του Ιούλιου Καίσαρα (44 π.Χ.). Η όποια ιστορική τους αξία, επομένως, εξαρτάται από την ποιότητα των πρώτων τους πηγών (Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Johann Gustav Droysen).

Οι κυριότερες πηγές που έχουν σωθεί είναι τα κείμενα που άφησαν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς Αρριανός, Πλούταρχος, Διόδωρος Σικελιώτης κι ο Ρωμαίος Κόιντος Κούρτιος Ρούφος. Από αυτούς πιο αξιόπιστος θεωρείται ο Αρριανός (95-175 μ.Χ.), ο οποίος στηρίχθηκε κυρίως στις διηγήσεις του Αριστόβουλου και του Πτολεμαίου, ενώ επίσης κάνει αναφορές και σε ορισμένα αποσπάσματα από τις «Βασίλειες Εφημερίδες» (Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού, Δ. Κουγιουμτζογλου). Ο Πτολεμαίος ήταν πιθανώς ο μόνος από τους στρατηγούς του Αλέξανδρου που κατείχε τα βιβλία των «Εφημερίδων», μια αληθινή αφήγηση της ζωής και των έργων των Μακεδόνων βασιλιάδων. 

Ο Αρριανός ξεχωρίζει την “ύποπτη παράδοση” στα γραφόμενά του, δηλαδή τις υπερβολές των μυθικών αφηγήσεων που ευρέως κυκλοφορούσαν από τον καιρό του Αλέξανδρου. Από τα ιστορικά του βιβλία, το σπουδαιότερο και το καλύτερο, που διασώθηκε ολόκληρο, είναι η «Αλεξάνδρου Ανάβασις», που αποτελείται από επτά βιβλία γραμμένα στην αττική διάλεκτο.

Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (1ος αιωνας π.Χ.) αφιερώνει στον Αλέξανδρο και στην εκστρατεία του το 17ο βιβλίο της «παγκόσμιας» ιστορίας που γράφει (μεταξύ 60 -30 π.Χ. περίπου). Πρόκειται ουσιαστικά για την πρωιμότερη αφήγηση της ιστορίας του Αλέξανδρου που σώζεται σήμερα.

Ο Πλούταρχος (50 -120 μ.Χ.) με το “Βίο του Αλέξανδρου”, που συνέγραψε ως παράλληλο του Ιουλίου Καίσαρα, αποτελεί την κυριότερη πηγή για τα παιδικά και νεανικά χρόνια του Αλέξανδρου, ενώ με τους δύο επιδεικτικούς λόγους του, Περί τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς, στέκεται πολύ στην ηθική διάσταση του χαρακτήρα του και της προσωπικότητάς του.

Η Επιτομή του Ιουστίνου, γραμμένη το 2ο αιώνα μ.Χ., ουσιαστικά διασώζει το έργο του Πομπήιου Τρόγου, ο οποίος έζησε τον πρώτο αιώνα π.Χ., κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αυγούστου, και αφιέρωσε δύο βιβλία στον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του από τα συνολικά 44 της ιστορίας του, με τίτλο “Φιλιππικαί Ιστορίαι”.

Ο Κόιντος Κούρτιος Ρούφος έγραψε μια περισσότερο μυθιστορηματική παρά ιστορική βιογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου με τίτλο Ιστορίες ή Ιστορίες του Μεγάλου Αλέξανδρου του Μακεδόνα, τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Από τα δέκα βιβλία της ιστορίας του, λείπουν τα δύο πρώτα καθώς και μέρος του 5ου και του 6ου βιβλίου.

Ωστόσο, οι προαναφερόμενοι συγγραφείς στηρίζονταν με τη σειρά τους σε παλαιότερους, σύγχρονους του Αλέξανδρου, και σε μεγάλο βαθμό συμπρωταγωνιστές του στη μεγάλη εκστρατεία και μάρτυρες των γεγονότων της εποχής του, τα έργα των οποίων δυστυχώς χάθηκαν.

Αναφορά σε συγγραφείς που έγραψαν για τον Αλέξανδρο, με αφορμή την υποτιθέμενη συνάντησή του με τις Αμαζόνες, κάνει και ο Πλούταρχος. Αναφέρονται οι Κλείταρχος ο Μεγαρεύς, Πολύκριτος, Ονησίκριτος, Αντιγένης, Ίστρος, Αριστόβουλος, Χάρης ο Εισαγγελέας, Πτολεμαίος, Αντικλείδης, Φίλων ο Θηβαίος, Φίλιππος ο Θεαγγελεάς, Εκαταίος ο Ερετριεύς, Φίλιππος ο Χαλκιδεύς και Δούρις ο Σάμιος (Αλέξανδρος, 46).

Ιδιαίτερης σημασίας για την κατανόηση της εικόνας του Αλέξανδρου είναι οι αναφορές του ιστορικού Πολύβιου από τη Μεγαλόπολη της Πελοποννήσου (200 -120 π.Χ.). Ο Πολύβιος δεν έγραψε κάποιο έργο με θέμα τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του, ωστόσο στην ιστορία του, που αφηγείται αναλυτικά τα γεγονότα των ετών 220 -148 π.Χ. μέσα σε πλαίσιο συγγραφής «παγκόσμιας» ιστορίας, (Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού, Δ. Κουγιουμτζογλου).

Υπήρξαν και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς που έγραψαν έργα σχετικά με τον Αλέξανδρο: ο Νύμφις από την Ηράκλεια (Περί Ἀλεξάνδρου και τῶν διαδόχων και ἐπιγόνων), ο Πολύκλειτος ο Λαρισαίος, ο Αντιγένης, ο Ίστρος ο ατθιδογράφος, ο Αρητάδης ο Κνίδιος. Εκτός βέβαια από αυτά που έγραψαν οι διάφοροι συγγραφείς για τον Αλέξανδρο, υπήρχαν και διάφορες παραδόσεις και εξιστορήσεις των συμπολεμιστών του που γύρισαν στην πατρίδα, γνώμες και κρίσεις γι’ αυτόν, οι οποίες, βέβαια, θα ήταν κατά το δοκούν (Lesky 1983: 816,1057, Droysen/Αποστολίδης 1993: Β. 704, 713, 721).

Το λεξικό της Σούδας, μεσαιωνικό ελληνικό κείμενο του 10ου αιώνα, μας πληροφορεί και για άλλους ιστορικούς με χαμένα έργα σήμερα για τον Αλέξανδρο, όπως ο Βάρρων, ο Λέων ο Βυζάντιος, μαθητής του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη, που έγραψε τα Κατ’ Ἀλέξανδρον, ο Μάναιχμος ο Σικυώνιος, που έγραψε μια επιτομή της ιστορίας του Μακεδόνα βασιλιά, ο Φίλων ο Ιουδαίος που δραστηριοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια κατά το πρώτο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ., ο Ποτάμων ο Μυτιληναίος (75 π.Χ. -15 μ.Χ.), ο Σωτήριχος Οασίτης, που έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού και έγραψε για την καταστροφή της Θήβας από τον Αλέξανδρο, ο Στράττις ο Ολύνθιος με τα έργα Περί τῶν Ἀλεξάνδρου ἐφημερίδων (βιβλία πέντε) και Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τελευτῆς, ενώ βέβαια τον Αλέξανδρο συμπεριέλαβε στο ιστορικό του έργο και ο Ιάσων ο Αργείος (http://www.stoa.org/sol-bin/search.pl souda online, 15.3.2015). Στους παραπάνω ιστορικούς πρέπει να προσθέσουμε και τον Αθηναίο Αντικλείδη του 3ου αιώνα π.Χ. καθώς και τον επίσης Αθηναίο – και παγανιστή – Πραξαγόρα, που έγραψε το έργο «Εἰς τον τῶν Μακεδόνων βασιλέα Ἀλέξανδρον» (Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού, Δ. Κουγιουμτζογλου).

Ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Ο Μέγας Αλέξανδρος λίγο πριν την αναχώρηση για την Αραβία, στις 2 προς 3 Ιουνίου 323 π.Χ., συμμετείχε σε ένα συμπόσιο έπειτα από το οποίο εκδήλωσε πυρετό, που διήρκεσε και τις επόμενες ημέρες, αναγκάζοντάς τον να μεταθέσει την ημερομηνία αναχώρησης. Μετά από μια σύντομη βελτίωση της υγείας του, κατέρρευσε ξανά χωρίς να μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει. Η φήμη ότι είχε ήδη πεθάνει ανάγκασε τους στρατηγούς του να επιτρέψουν σε όλους τους στρατιώτες του να περάσουν από το κρεβάτι του για να τον αποχαιρετίσουν. Με τη συνολική ασθένεια να διαρκεί 10 ημέρες, πέθανε στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ.. Αναλυτικότερα:

“Η ώρα, ωστόσο, τού τέλους πλησίαζε. Προς τα ξημερώματα, ενώ ο βασιλεύς ετοιμαζόταν να πάει για ύπνο, ο φίλος του Μήδιος τού πρότεινε να συνεχίσουν τη διασκέδαση, πού κράτησε ολόκληρη την επόμενη ημέρα. Ήταν 17 του μηνός Δαισίου (2 Ιουνίου) του 323 π.Χ. Το βράδυ, χωρίς να έχει αναπαυθεί καθόλου, νέο συμπόσιο έγινε στου Μηδίου, που κράτησε πάλι ως το πρωί. Τη νύκτα, μεταξύ 2ας και 3ης Ιουνίου, εκδηλώθηκε για πρώτη φορά πυρετός στον βασιλέα.

Τόσο o Aρριανός, όσο και o Πλούταρχος, στηριγμένοι στις «Εφημερίδες», δίνουν στην αφήγησή τους πολλές λεπτομέρειες.

Ο βασιλεύς έκαμε το λουτρό του και ξάπλωσε. Ύστερα, δέχθηκε τούς στρατηγούς του, και, μ’ όλο πού ο πυρετός συνεχιζόταν, όρισε ως ημέρα αναχωρήσεως για τον παράπλου της Αραβίας την 22α και 23η του μηνός Δαισίου, παραβλέποντας πώς οι Μακεδόνες θεωρούσαν αυτό τον μήνα όχι ευνοϊκό για την ανάληψη σπουδαίας επιχειρήσεως. Τη νύκτα ο βασιλεύς φλεγόταν από τον πυρετό και ζήτησε να τον μεταφέρουν με την κλίνη ως τον ποταμό και να τον περάσουν με πλοίο στην αντικρινή όχθη, «ες τον παράδεισον». Εκεί, αφού λούστηκε, αναπαύθηκε. Την άλλη ήμερα λούστηκε πάλι και έκαμε την καθιερωμένη καθημερινή θυσία. Πέρασε την ήμερα του συζητώντας με τον Μήδιο. Παρήγγειλε στους στρατηγούς του να έλθουν το επόμενο πρωί και ύστερα δείπνησε ελαφρά. Όλη τη νύκτα ψήθηκε στον πυρετό. Την επομένη θυσίασε και λούστηκε πάλι. Έδωσε στον Νέαρχο και στους άλλους αξιωματικούς εντολές σχετικά με το ταξίδι: θα έφευγαν σε τρεις ήμερες. Την επομένη ο πυρετός συνεχιζόταν, ο βασιλεύς όμως πάλι λούστηκε και θυσίασε. Κάλεσε τούς αξιωματικούς του και διέταξε να είναι όλα έτοιμα για τον απόπλου.

Το βράδυ λούστηκε πάλι, άλλα ήταν πιά σε πολύ κακή κατάσταση. Την επομένη ο πυρετός είχε ανεβεί, και ο βασιλεύς αναζήτησε δροσιά κοντά στην κολυμβητική δεξαμενή. Ένιωσε λίγο καλύτερα και δέχθηκε τούς αξιωματικούς του, για να μιλήσουν σχετικά με τον απόπλου. Έτσι πέρασε και ή επόμενη ημέρα. Στις 24 τού μηνός είχε πάλι υψηλό πυρετό, έκαμε τη συνηθισμένη θυσία της ημέρας, δεν μπορούσε όμως να κινηθεί μόνος του, τον μετέφεραν ως τον βωμό. Παρήγγειλε στους στρατηγούς να μείνουν στην αυλή και οι χιλιάρχες και οι πεντακοσιάρχες να περιμένουν εμπρός από τις θύρες. Επειδή όμως η υγεία του ήταν πιά σε οικτρή κατάσταση, τον μετέφεραν από τον «παράδεισον» πίσω στα ανάκτορα. Όταν μπήκαν στο δωμάτιό του οι στρατηγοί, τους αναγνώρισε, άλλα δεν ήταν πιά σε θέση να μιλήσει. Δύο ακόμη μερόνυχτα είχε υψηλό πυρετό. Είχε αρχίσει το φοβερό χαροπάλεμα του ήρωος.

Εν τω μεταξύ κυκλοφορούσαν διάφορες διαδόσεις στο στράτευμα. Έτσι, οι στρατιώτες, ανήσυχοι, θέλησαν να τον δουν για τελευταία φορά. Οι περισσότεροι νόμιζαν πώς ο βασιλεύς είχε ήδη πεθάνει και τους το έκρυβαν. Πολλοί μάλιστα από τη λύπη τους και την επιθυμία να βρεθούν κοντά στον βασιλέα τους έκαμαν καθετί για να τον δουν. Και τότε, πραγματοποιήθηκε ο δραματικός αποχαιρετισμός, μία συνταρακτική σκηνή, πού προηγήθηκε από το οριστικό τέλος του βασιλέως: οι στρατιώτες περνούσαν εμπρός του, σε μια γραμμή ατέλειωτη. Εκείνος δεν μπορούσε να τους μιλήσει, τους χαιρετούσε μόνο, ανασηκώνοντας το κεφάλι του με πολλή δυσκολία, και τους έγνεφε με τα μάτια. Λέγεται πως ο Άτταλος, ο Πείθων, ο Δημοφών, ο Πευκέστας, ο Σέλευκος και άλλοι κοιμήθηκαν, σύμφωνα με την ελληνική συνήθεια, εκείνο το βράδυ στον ναό του Σαράπιδος, κατά τον Αρριανό — άλλα πιθανότερα σέ κάποιο από τα Βαβυλωνιακά ιερά, όπως πιστεύει η σύγχρονη ιστορική έρευνα —, για να μάθουν μήπως έπρεπε να μεταφέρουν στο ιερό τον άρρωστο βασιλέα, ώστε να τον θεραπεύσει ο θεός. Η απάντηση που πήραν ήταν να τον αφήσουν εκεί πού βρισκόταν. Λίγο αργότερα ο Αλέξανδρος πέθανε «ως τούτο άρα ήδη ον το άμεινον». Πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, στην ερώτηση των εταίρων σε ποιόν τη «βασιλείαν άπολείπει», αποκρίθηκε: «τω κρατίστω» (δηλαδή «στον ισχυρότερο» ) και προσέθεσε «ότι μέγαν έπιτάφιον αγώνα ορά έφ’ αυτώ εσόμενον».

Εκεί σταματούσαν τις πληροφορίες τους ο Αριστόβουλος και ο Πτολεμαίος. Ο Αρριανός προσθέτει ότι κυκλοφόρησε η φήμη πώς είχε δηλητηριασθεί με φάρμακο που έστειλε ο Αντίπατρος—του το είχε δώσει ο Αριστοτέλης, επειδή είχε αρχίσει να φοβάται τον Αλέξανδρο εξαιτίας του θανάτου του Καλλισθένους. Το δηλητήριο το είχε φέρει δήθεν ο Κάσσανδρος. Πολλές άλλες εκδοχές διατυπώθηκαν για τον ξαφνικό θάνατο τού στρατηλάτη. Φαίνεται όμως ότι ο βασιλεύς, ταλαιπωρημένος όπως ήταν ο οργανισμός του, υπέκυψε από ελώδεις πυρετούς ή από τύφο. Πέθανε στις 28 τού μηνός Δαισίου (13 Ιουνίου) τού έτους 323 π.Χ. το σούρουπο, «εβίω δε δύο και τριάκοντα έτη και του τρίτου μήνας επέλαβεν οκτώ, ως λέγει Αριστόβουλος», σημειώνει ο Αρριανός.

Στο άκουσμα του θανάτου του βασιλέως, κατά τον Κούρτιο Ρούφο, Έλληνες και βάρβαροι ξέσπασαν σέ πρωτάκουστο θρήνο. «Το πένθος ξεπέρασε αμέσως τα τείχη τής Βαβυλώνος και — σα νάταν κύμα μιας μεγάλης και απροσδόκητης παλίρροιας —εξαπλώθηκε παντού. Όταν η μητέρα τού Δαρείου έμαθε τη φοβερή είδηση, πένθησε με τον πιο βίαιο τρόπο, αποφάσισε να μη βάλει τροφή στο στόμα της και να μη δει ξανά το φως, πέντε μέρες μετά την απόφασή της αυτή πέθανε.

Η μητέρα που άντεξε στην καταστροφή και στον θάνατο του γιού της, δεν άντεξε στον θάνατο εκείνου που είχε νικήσει και καταστρέφει τον γιο της. Αυτή ήταν η πιο μεγάλη ηθική νίκη του Αλεξάνδρου. Στις 13 Ιουνίου του 323 π.X. σταμάτησε για μια στιγμή, μαζί με την αναπνοή του Αλεξάνδρου, η αναπνοή της ίδιας της Ιστορίας. Κανένας δεν ταυτίσθηκε με την παγκόσμια ιστορία όσο ο Αλέξανδρος. Ο μεγάλος άνθρωπος. για τον όποιο έχει γράψει ο Πλούταρχος τον πρωτάκουστο έπαινο ότι θεωρούσε «του νικάν τους πολεμίους το κρατείν εαυτού βασιλικώτερον», δεν υπήρχε πιά.” (Μέγας Αλέξανδρος – Ελληνιστικοί Χρόνοι – Τόμος Δ – Εκδοτική Αθηνών)

Συμπέρασμα

Η ιστορία με τις “τρεις τελευταίες επιθυμίες του Αλέξανδρου” είναι πλαστή καθώς εμφανίστηκε μόλις πρόσφατα στο διαδίκτυο και δεν υπάρχει καταγεγραμμένη σε καμία ιστορική πηγή.