Ποιοι είμαστε
Αρχική Πως να οριστεί η ψευδοϊστορία ή η ψευδοεπιστήμη;ΨΕΥΔΟΕΠΙΣΤΗΜΗ

Πως να οριστεί η ψευδοϊστορία ή η ψευδοεπιστήμη;

24 Μαρ
2017

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 7 έτη.

Δύσκολο το ερώτημα και απροσδιόριστες οι απαντήσεις, ριγμένες στην κινούμενη άμμο της επιστημοσύνης, του γούστου και της μόδας.

Μια εύκολη απάντηση θα ήταν να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του Αμερικανού δικαστή Πότερ Στιούαρτ, ο οποίος παραδέχτηκε μεν την τεράστια δυσκολία του να ορίσει κάποιος την πορνογραφία, αλλά και πρόσθεσε: «Μπορώ πάντως να την καταλάβω όποτε την αντικρίζω».

Η πραγματική «γραμμή εκκίνησης» για να μπορέσουμε να ορίσουμε την ψευδοϊστορία είναι να δώσουμε απάντηση στο κλασικό ερώτημα: «Τι είναι ιστορία;» Ακόμα όμως κι αυτό μοιάζει αμφιλεγό­μενο για τους ανθρώπους της μετανεωτερικής εποχής…

Ένας απλός πάντως και «καλαίσθητος» ορισμός της ιστορίας θα μπορούσε να είναι ο εξής: «Ακρι­βής εξιστόρηση του ανθρώπινου παρελθόντος».

Αλλά το πρόβλημα είναι ότι οι ψευδοϊστορικοί επιμένουν πως όλα τα γραπτά και οι ιδέες τους συνιστούν επίσης «ακριβείς εξιστορήσεις του ανθρώπινου παρελθόντος» -ισχυρισμός που δεν μπορεί παρά να βρίσκει αντίθετους τους σκεπτικιστές μελετητές.

Πώς λοιπόν να διαχωρίσει τελικά κανείς τι είναι αλήθεια και γεγονός (ή τι είναι ψεύδος και σφάλμα) στην ιστορία και στην επιστήμη;

Αποδεικτικά στοιχεία -η απάντηση δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική-, αποδεικτικά στοιχεία στην κλίμακα της ποιότητας και της ποσότητας. Στοιχεία υπό τη μορφή παρελθοντικών τεκμηρίων, αρχαίων χαρτών, τεχνέργων, αρχαιολογι­κών καταλοίπων και επιστημονικών ευρημάτων, τα οποία αποκαλύπτουν σημαντικές πληροφορίες για την ιστορική έρευνα.

Μια διαφορετική απάντηση συνοψίζεται στις αντικειμενικές και εμπειρικές μεθόδους που οι ερευνητές χρησιμοποιούν για να αναλύσουν και να αξιολογήσουν τα αποδεικτικά στοιχεία. Οι αντικειμενικοί και έντιμοι μελετητές προσεγγίζουν χωρίς προϊδεασμούς και μεροληψίες τα στοιχεία ή προσπαθούν τουλάχιστον να βρίσκονται σε εγρήγορση απέναντι τους κατά το ανθρωπίνως δυνατόν.

Από την άλλη, οι ψευδοϊστορικοί προσεγγίζουν το αντικείμενο της έρευνας με προκαταλήψεις ή με ανομολόγητες προθέσεις, αποσκοπώντας σε οικονομικά οφέλη ή σε προ­σωπική φήμη. Γνωρίζουν ή πιστεύουν ότι γνωρίζουν τι ακριβώς συνέβη ενόσω ακόμη ερευνούν και, κατ’ αυτό τον τρόπο, αναζητούν αποδεικτικά στοι­χεία για κάτι που θεωρούν εκ των προτέρων σίγουρο. Ξεκινώντας από αυτή τη βάση, διαλέγουν ποια στοιχεία θα επιστρατεύσουν, αγνοώντας παράλληλα εκείνα που δεν ταιριάζουν με το θεωρητικό τους σχήμα και υπερτονίζο­ντας όσα το αναδεικνύουν.

Αντιθέτως, οι αντικειμενικοί μελετητές με κλασική επιστημονική κατάρτιση, εξετάζουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, επιδιώκοντας να καταλήξουν σε ένα εξηγητικό ή αναλυτικό σχήμα που θα λαμβάνει υπόψη το σύνολο του τεκμηριωτικού υλικού σε όλη του την πολυπλοκότητα. Είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε την ψευδοϊστορία και την ψευδοεπιστήμη, από τη μία πλευρά, και την κακή, ανακριβή ή παρωχημένη ιστορία και επιστήμη, που έχει αναιρεθεί και απορριφθεί, από την άλλη.

Κατά τον Μεσαί­ωνα, η γεωκεντρική θεωρία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της κρατούσας κατάστασης της γνώσης και το ορθόδοξο σχήμα για την κατανόηση της συμπαντικής λειτουργίας. Κάποιος που θα υποστήριζε σήμερα ένα γεωκεντρικό ηλιακό σύστημα υπό τον μανδύα της ακαδημαϊκής επιστημοσύνης, θα λογιζόταν για ψευδοεπιστήμονας (κάτι ανάλογο μ’ έναν υπέρμαχο της θεωρίας περί επίπεδης Γης).

Η αποδοχή της ιστορικής ύπαρξης της Ατλαντίδας από τους Ισπανούς χρονικογράφους του 16ου αιώνα συνιστούσε μια εύλογη θέση. Υπήρξαν λόγιοι που είδαν με επιφύλαξη τις συζητήσεις περί χαμένης ηπείρου, αλλά υπήρξαν και πολλοί μορφωμένοι, λογικοί και αξιοσέβαστοι άνθρωποι που πίστεψαν ακράδαντα στην ιστορική ύπαρξη της Ατλαντίδας, και σε κα­ μία περίπτωση δεν θεωρούνταν παράδοξοι μελετητές ή φορείς παραπλανητι­κής γνώσης από την κοινή γνώμη της εποχής.

Ακόμα και το ακατάσχετο Atlantis: The Antediluvian World [Ατλαντίδα: ο προκατακλυσμιαίος κόσμος], του Ιγνάτιου Ντόνελλι -θεωρούμενο ως το πρώτο μεγάλο έργο της σύγχρονης ψευδοϊστορίας-, ήταν μια μελέτη με μετριοπαθή και λογικά συμπεράσματα, αν λάβουμε υπόψη μας ότι η τεκμηρίωση που τη συνοδεύει αντανακλούσε την κατάσταση της γνώσης του 1882.

Το κυρίαρχο πρόβλημα των ψευδοϊστορικών και των ψευδοεπιστημόνων είναι ότι βασίζουν τις θεωρίες τους σε διαψευσμένες, αναξιόπιστες και παρωχημένες μελέτες. Τέτοιες απαρχαιωμένες μελέτες, όπως το Atlantis του Ιγνάτιου Ντόνελλι, ανατυπώθηκαν πολλές φορές και βρίσκονται ακόμα και σήμερα σε κυκλοφορία. Χιλιάδες παρόμοια βιβλία και άρθρα περιοδικών περιμένουν στα ράφια των βιβλιοθηκών και στις προθήκες των παλιών βιβλιοπωλείων για να ανακαλυφθούν και να χρησιμο­ποιηθούν εκ νέου. Τα γραπτά αυτά συνιστούν εξαιρετικές πηγές για τη μελέτη της διανοητικής ιστορίας, την ιστορία της επιστήμης και του πολιτισμού. Αλλά την ίδια στιγμή προσελκύουν την προσοχή του αφελή και του ανυποψίαστου, του μεροληπτικού και του προδιατεθειμένου, του κυνικού και του ανήθικου -εκείνων που θα αντλήσουν από αυτές τις πηγές τις πρώτες ύλες για τη συγγραφή νέων έργων ψευδοϊστορίας και ψευδοεπιστήμης. Ως τέτοια λοιπόν, αυτά τα διαψευσμένα έργα επιστήμης και ιστορίας διαμορφώνουν ένα «εναλλακτικό λατρευτικό πεδίο» (cultic milieu) απ’ το οποίο πηγάζουν αδιάλειπτα τα ψευδοϊστορικά και ψευδοεπιστημονικά έργα.

Αρκετό καιρό πριν, ο κοινωνιολόγος Κόλιν Κάμπελ επισήμανε την ύπαρξη ενός εναλλακτικού λατρευτικού πεδίου, βασισμένος στο γεγονός ότι οι λατρείες αποτελούν εφήμερες, χαλαρά δομημένες και μάλλον ατομοκεντρικές οργανώσεις, οι οποίες ακολουθούν ένα σύστημα πεποιθήσεων. Αυτός ο ορι­σμός της λατρείας ταιριάζει στους υποστηρικτές και στους οπαδούς συγκεκριμένων ψευδοϊστορικών ιδεών ή υποθέσεων. Και καθώς αυτές οι «λατρείες» βρίσκονται σε συνεχή διαδικασία γέννησης, ακμής και αποσύνθεσης, οι ψευδοϊστορικές ιδέες ανέρχονται, φτάνουν στην κορύφωση της λαϊκής αποδοχής τους κι έπειτα σβήνουν και χάνονται.

Για όσο όμως νέες «λατρείες» θα αναφύονται και θα αντικαθιστούν εκείνες που εκλείπουν, οι καινούργιες παραλλαγές των ψευδοϊστορικών ιδεών θα παίρνουν τη θέση όσων έχασαν την απήχησή τους. Κάποτε η χαμένη Ατλαντίδα ήταν της μόδας. Ύστερα το ενδιαφέρον στράφηκε στην καταστροφολογία και στους «αστροναύτες των αρ­χαίων ετών». Αργότερα μεσουράνησαν οι Κινέζοι θαλασσοπόροι που ανακάλυψαν την Αμερική πριν τον Κολόμβο ή το διασωθέν μέχρι τα σήμερα γενεαλογικό δέντρο του Ιησού Χριστού (ακριβώς στο είδος του Κώδικα Ντα Βίντσι).

Η ουσία είναι ότι, όσο και αν οι επιμέρους λατρείες έρχονται και παρέρχονται, πάντα υπάρχουν λατρείες εν γένει -ακριβώς το ίδιο ισχύει για την ψευδοϊστορία και ψευδοεπιστήμη. Ποτέ δεν εκλείπει το εν γένει φαινόμενο των ψευδοϊστορικών αντιλήψεων, όσο κι αν συγκεκριμένες ιδέες κερδίζουν ή χάνουν σε δημοτικότητα. Η ύπαρξη του εναλλακτικού λατρευτικού πεδίου προϋποθέτει επίσης ένα απόθεμα εναλλακτικών πεποιθήσεων ή ψευδοϊστορικών ιδεών μαζί με σχετι­κά συγγράμματα και τέχνεργα, διαθέσιμα να προμηθεύσουν τις πρώτες ύλες για την επινόηση νέων ιδεών.

Πολλοί ατλαντιδολόγοι επιστρέφουν συχνά στα βιβλία του Ιγνάτιου Ντόνελλι που αφορούν στην Ατλαντίδα, παρότι τα έργα αυτά κυκλοφόρησαν πάνω από έναν αιώνα πριν. Ξεπερασμένα και απαρχαιωμένα συγγράμματα αναμειγνύονται με έμμεσο ή άμεσο τρόπο στο σώμα καινούργιων κειμένων τα οποία στοχεύουν στην προβολή μιας νέας ψευδοϊστορικής ιδέας ή υπόθεσης, είτε στην αναβίωση κάποιας από τις παρελθοντικές και από καιρό λησμονημένες.

Όσο γρήγορα οι ιστορικοί, οι αρχαιολόγοι και οι επιστήμονες καταφέρνουν να αναιρέσουν τις ψευδοϊστορικές υποθέσεις, τόσο άμεσα προκύπτουν έργα μέσα απ’ το εναλλακτικό λατρευτικό πεδίο της ψευδοϊστορίας, φέρνοντας στο νου την πολλαπλή εκβλάστηση κεφαλών μέσα απ’ το αποκομμένο κεφάλι της Λερναίας Ύδρας.

Το 1986, ο Κέντρικ Φρέιζερ, εκδότης του περιοδικού Skeptical Inquirer, εξαπολύει δριμύτατη κριτική εναντίον των ψευδοϊστορικών και ψευδοεπιστημονικών βιβλίων, αναφέροντας ονομαστικά τους Ιμμάνουελ Βελικόφσκι και’Εριχ φον Ντένικεν, τους οποίους και θεώρησε αντιπροσωπευτικά παραδείγματα αυτής της ανερχόμενης τάσης. Σημειώ­νει ότι η αστρολογία, η παραψυχολογία, οι νέες μόδες περί υγιεινής και ο τομέας της εναλλακτικής φαρμακολογίας θα αποτελέσουν τα επερχόμενα πεδία όπου οι σκεπτικιστές θα κληθούν να δώσουν τη μάχη της αλήθειας. Μολονό­τι οι παραπάνω θεματικοί κλάδοι παραμένουν δημοφιλείς, ο Φρέιζερ δεν είχε προβλέψει την εμφάνιση ονομάτων όπως οι Μάικλ Μπέιτζεντ, Γκάβιν Μένζις και Γκράχαμ Χάνκοκ, οι οποίοι επρόκειτο να κυριαρχήσουν στους κόλπους της λαϊκής κουλτούρας και ν’ αφήσουν το στίγμα τους στο εναλλακτικό λατρευτικό πεδίο της ψευδοϊστορίας, σημειώνοντας εκπληκτική επιτυχία.

Η ψευδοϊστορία και η ψευδοεπιστήμη είναι σύγχρονα φαινόμενα. Τα ζητήματα που τις απασχολούν μπορεί να είναι παρελθοντικά -έως και αρχέγονα-, οι πηγές τους ενδέχεται να ανατρέχουν στην απαρχή της καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας, όμως είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόντα του τελευταίου τέταρτου του 19ου αιώνα και φτάνουν μέχρι τις μέρες μας: οι συνθήκες της σύγχρονης κοινωνίας είναι που κατέστησαν δυνατή την ύπαρξή τους.

Η δαρβινική επανάσταση στο χώρο των επιστημών κατέρριψε την παραδοσιακή, χριστιανική κοσμοθεωρία, κατά την οποία η ανθρώπινη ιστορία κατερχό­ταν μόλις 6.000 χρόνια πριν, όπου ένας σταθερός φυσικός κόσμος και μια σταθερή ανθρώπινη φύση δημιουργήθηκαν μέσα σε έξι μερόνυχτα. Η σύγχρονη επιστήμη αντικατέστησε εκείνη την τακτοποιημένη αλλά και περιορισμένη εικόνα του κόσμου με ένα αργά αναπτυσσόμενο και αχανές σύμπαν, οι ρίζες του οποίου ανάγονται σε μια ασύλληπτη στιγμή της κοσμικής ιστορίας.

Όμως η ανάπτυξη των επιστημών δεν αμφισβήτησε απλώς την κυριαρχία της χριστιανικής κοσμοθεωρίας, αλλά και αντικατέστησε τις προηγούμενες θεω­ρίες με καινούργια, βελτιωμένα θεωρητικά σχήματα. Ανάλογη ήταν και η εξέλιξη στις ιστορικές σπουδές -ιδίως στην αρχαία ιστορία-, όπου η άνοδος της ακαδημαϊκής αρχαιολογίας συνοδεύτηκε με νέες εμπειρικές μεθόδους και νέες επιστημονικές τεχνικές, δίνοντας στους ερευνητές τη δυνατότητα να «σκάβουν» πίσω στον χρόνο, εμπλουτίζοντας τη γνώση του ανθρώπινου παρελθόντος.

Όλη αυτή η δραστηριότητα άφησε πίσω της ένα απόθεμα απορριμμένων και διαψευσμένων επιστημονικών θεωριών και ιστορικών ιδεών, το οποίο αποτελεί το εναλλακτικό λατρευτικό πεδίο της ψευδοϊστορίας και της ψευδοεπιστήμης. Η σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία κατέστησε εφικτή και απαραίτητη την μαζική εκπαίδευση.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι περισσότεροι άνθρωποι των δυτικών κοινωνιών ήταν λειτουργικά εγγράμματοι. Η βιομηχανοποιημένη τυπογραφία κατέβασε σημαντικά το κόστος των βιβλίων και των περιοδικών, στα οποία το ευρύ κοινό είχε πρόσβαση και μέσω των δημόσιων βιβλιοθηκών (παρότι οι πρώτοι βιβλιοθηκάριοι λειτούργησαν συχνά ως λογοκριτές). Ωστόσο, η μαζική κουλτούρα φτηνών βιβλίων και ο γενικευμένος γραμματισμός δημιούργησαν τη δυνατότητα σχηματισμού υποπολιτισμών ως πο­λύμορφων ομάδων ατόμων οι οποίες χρησιμοποίησαν αυτή την ευπρόσιτη γνώση για τις δικές τους, συχνά αντισυμβατικές επιδιώξεις. Αναπόφευκτα, κάποιες από εκείνες τις υποκουλτούρες έστιασαν τα ενδιαφέροντά τους, ή ακόμα και ολόκληρη την κοσμοθεωρία τους, σε θεματικές της ψευδοϊστορίας και της ψευδοεπιστήμης.

Έχει υποστηριχθεί ότι οι ανορθόδοξες, ενίοτε ανορθολογικές και -κάποιες φορές- πνευματιστικές πεποιθήσεις που προέκυψαν από την ψευδοϊστορία και την ψευδοεπιστήμη, λειτούργησαν ως υποκατά­στατα της παραδοσιακής θρησκείας. Έχει επίσης υποστηριχθεί ότι λογοτεχνικά είδη ευρείας απήχησης, όπως η επιστημονική φαντασία και οι αφηγήσεις τρόμου και φαντασίας, αποτέλεσαν πρωτογενές υλικό για τις εμπνεύσεις των ψευδοϊστορικών και των ψευδοεπιστημόνων.

Μια πρόσφατη έρευνα κατέδειξε τη σύνδεση πολλών θεωριών τουΈριχ φον Ντένικεν (και άλλων), οι οποί­ες περιλαμβάνουν την επίσκεψη και τη «θεοποίηση» εξωγήινων όντων κατά τα ιστορικά και προϊστορικά χρόνια του ανθρώπου, με τα διηγήματα τρόμου που ο συγγραφέας Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ συνέγραψε κατά τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, αφηγούμενος την άφιξη πανάρχαιων εξωγήινων όντων στον πλανήτη μας και την «εμφύτευση» της ζωής.

Οι ψευδοϊστορικοί διαφέρουν πολλαχώς από τους ιστορικούς, εξαιτίας της εσφαλμένης μεθοδολογίας που χρησιμοποιούν κατά τις έρευνές τους οι ψευδοϊστορικοί. Συχνά συγχέουν τον όρο «θρύλος» με τον όρο «μύθος». Για τους επιστήμονες, ο όροι αυτοί προσδιορίζουν δύο εντελώς διαφορετικές έν­νοιες.

Μύθος είναι η επινοημένη ιστορία που χρησιμοποιείται αλληγορικά ή μεταφορικά για να επεξηγήσει ένα φυσικό γεγονός ή φαινόμενο, καθώς και μια πτυχή του ανθρώπινου ψυχισμού ή της ανθρώπινης κατάστασης.

Θρύλος, από την άλλη, είναι μια αφήγηση που αναφέρεται στο παρελθόν και η οποία έχει κάποιες ρίζες σε ιστορικά γεγονότα, αν και η πιστότητα των γεγονότων που μεταφέρονται μέσω του θρύλου έχει, με το πέρασμα του χρόνου, δραματικά αλλοιωθεί.

Πολλοί ψευδοϊστορικοί μεταχειρίζονται τους μύθους ως νοηματικά ισοδύναμα των θρύλων, υποστηρίζοντας ότι οι μύθοι περιγράφουν με κυριολεκτικό τρόπο πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Πρόκειται για παλαιότατη πρακτική η οποία ονομάστηκε «ευημερισμός» και προέρχεται από τον Έλληνα λόγιο Ευήμερο (300 π.Χ.). Πρώτος ο Ευήμερος υποστήριξε ότι ολόκληρη η μυθολογία του δωδεκάθεου αποτελεί μια καταγραφή των πράξεων των αρχαίων βασιλέων. Η εκλογίκευση της ελληνικής μυθολογίας από τον Ευήμερο προκάλεσε μάλιστα την αντίδραση του μεγάλου ποιητή και λόγιου, Καλλίμαχου της Κυρήνης (270 π.Χ.), ο οποίος θεώρησε ότι μια τέτοια προσέγγιση αποτελούσε ύβρη απέναντι στους θεούς. Αντίστοιχα, οι σημερινοί επιστήμονες κατηγορούν τους μοντέρνους ευημεριστές για βλασφημία απέναντι στην ιστορική και επιστημονική αλήθεια.

Οι ψευδοϊστορικοί, θυμίζοντας συνήγορους υπεράσπισης σε τηλεοπτικά δράματα, τείνουν συχνά να συγχέουν την -παρά ταύτα ξεκάθαρη- διαφορά μεταξύ ενδεχόμενου και πιθανού. Κάτι είναι ενδεχόμενο όταν θα μπορούσε να είχε συμβεί ή θα μπορούσε να είχε προκύψει στο παρελθόν, ανεξάρτητα από το πόσο απίθανο είναι κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα. Πιθανό είναι εκείνο που θα μπορούσε να συμβεί στο παρελθόν -όμως η διαφορά είναι ότι η ύπαρξή του συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες.

Για παράδειγμα, είναι ενδεχόμενο αύριο κάποιος να μου δώσει ένα λαχείο που να αποδειχθεί πολύ κερδοφόρο. Από την άλλη, είναι πιθανό αύριο να εργάζομαι στο πανεπιστημιακό μου γραφείο, εφόσον είναι εργάσιμη ημέρα. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπά­νω, υπάρχει το ενδεχόμενο να αποίκησαν οι Κινέζοι εξερευνητές των μεσαιω­νικών χρόνων την Αμερική, αφού πρώτα ολοκλήρωσαν τον περίπλου του κόσμου. Αλλά αν βασίσουμε τα πορίσματά μας στα μέχρι στιγμής δεδομένα -και μόνο σ’ αυτά- το πιθανότερο είναι κάτι τέτοιο να μη συνέβη ποτέ.

Μια άλλη διαφορά μεταξύ ιστορίας και ψευδοϊστορίας αφορά στο πώς συζητούν και διαφωνούν μεταξύ τους οι εμπλεκόμενοι στα διανοητικά και στα ψευδο-διανοητικά πεδία. Οι ιστορικοί ανταλλάσσουν πληροφορίες και επιχειρήματα σ’ ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο εν συγκρίσει με το πνευμα­τικό πεδίο ανταλλαγής που προκύπτει μεταξύ ιστορικών και ψευδοϊστορικών.

Οπωσδήποτε, οι ιστορικοί ενδέχεται να διαφωνούν πάνω σε κάποιες ερμηνείες των συναδέλφων τους -μπορεί κάποτε να γίνονται και πικρόχολοι, όμως σχεδόν πάντα τα γεγονότα δεν αμφισβητούνται. Μεταξύ των ιστορικών είναι αναμφισβήτητο ότι ο άντρας που ονομάστηκε Ερρίκος Η ‘ υπήρξε βασιλιάς της Αγγλίας από το 1509 έως το 1547. Τα ουσιώδη γεγονότα και τα επιτεύγματα της βασιλείας του δεν επιδέχονται καμιά αμφισβήτηση. Όταν λοιπόν οι ιστορικοί συμμετέχουν σε μια συζήτηση για τον Ερρίκο Η ‘ μπορεί να διαφω­νήσουν σχετικά με τη σημασία, τις συνέπειες ή την ποιότητα αυτών των γε­γονότων και επιτευγμάτων.

Από την άλλη, στο στρατόπεδο των ψευδοϊστορικών, οι συζητήσεις εστιάζουν στα βασικά γεγονότα: συνέβησαν πράγματι ή δεν συνέβησαν ποτέ τα εκάστοτε γεγονότα; Υπήρξε αυτό το συγκεκριμένο μέρος; Έζησε στ’ αλήθεια εκείνο το πρόσωπο ή εκείνη η ομάδα ανθρώπων; Υπήρξε άραγε μια προϊστορική ήπειρος που ονομαζόταν Ατλαντίδα; Ανακαλύφθηκε και αποικήθηκε η Αμερική από τον Σκοτσέζο πρίγκιπα Χένρυ Σινκλαίρ και τους Ναΐτες Ιππότες πριν ακόμα αγκυροβολήσει στα εδάφη της ο Κολόμβος; Όταν μιλάμε για Ολοκαύτωμα αναφερόμαστε σ’ ένα υπαρκτό γεγονός ή πρόκειται για απάτη; Επισκέφτηκαν τον πλανήτη μας νοήμονα όντα από το διάστημα κατά τα ιστορικά ή προϊστορικά χρόνια της ανθρωπότητας και στάθηκαν τα όντα αυτά αρωγοί του ανθρώπινου πολιτισμού; Είναι οι Αγγλοσάξονες απόγονοι των Δέκα Χαμένων Φυλών του Ισραήλ; Οι ψευδοϊστορικοί, οι ψευδοαρχαιολόγοι ή οι ψευδοεπιστήμονές διακρίνονται από κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία τους θέτουν εκτός του επικρατούντος επιστημονικού πλαισίου. Ο ιστορικός και κλασικι­στής Γκάρετ Φάγκαν ολοκλήρωσε πρόσφατα έναν κατάλογο αυτών των γνωρισμάτων.

Οι ψευδοϊστορικοί εμμένουν σε παρωχημένες και ξεπερασμένες μελέτες ή ιδέες, αλλά και παραποιούν βιώσιμες επιστημονικές θεωρίες, διασχίζοντας τα όρια του λογικού φάσματος. Μια σειρά επιστημονικών ερευνών έχει καταδείξει ότι ο «Λίθος των Ρούνων του Κένσινγκτον» (Kensington Runestone) είναι απάτη, όμως ακόμη οι σύγχρονοι ψευδοϊστορικοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για αυθεντικό τέχνεργο το οποίο αποδεικνύει την παρουσία σκανδιναβικών φύλων στη Μινεσότα κατά τα μεσαιωνικά χρόνια.

Αντί­στοιχα, ο Ζεκάρια Σίτσιν επιμένει ότι οι αστεροειδείς αποτελούν τμήματα κάποιου πλανήτη που κατέρρευσε ή εξερράγη, παρά το γεγονός ότι οι επι­στήμονες δεν θεωρούν πλέον τους αστεροειδείς ως τμήματα ενός κατεστραμμένου πλανήτη.

Οι ψευδοεπιστήμονές υποτιμούν συστηματικά τους επαγγελματίες ακαδημαϊκούς, θεωρώντας τις προσεγγίσεις τους ανιαρές και στε­νόμυαλες -δεν παύουν ωστόσο να επιζητούν την υποστήριξη οποιουδήποτε φημισμένου επιστήμονα ή τουλάχιστον να παραπέμπουν σε αυτούς.

Οι Ιμμάνουελ Βελικόφσκι και Τσαρλς X. Χάπγκουντ έδωσαν το παράδειγμα όταν αναζήτησαν την υποστήριξη του Αλμπερτ Αϊνστάιν για ν’ αναδείξουν τις καταστροφολογικές τους υποθέσεις. Οι ψευδοϊστορικές υποθέσεις διαφεύγουν συχνά κάθε έννοια του μέτρου. Ο Γκάβιν Μένζις υποστηρίζει ότι οι Κινέζοι ναυτικοί [του Μεσαίωνα] επισκέφτηκαν, αναζητώντας θησαυρούς, σχεδόν κάθε γωνιά του πλανήτη. Ο Ιμμάνουελ Βελικόφσκι αναφέρθηκε στις δύο παρολίγον συγκρούσεις της Γης με την Αφροδίτη και αργότερα με τον πλανήτη Αρη. Σύμφωνα με τον τελευταίο, οι κοντι­νές προσεγγίσεις των δύο πλανητών στη Γη προκάλεσαν ριζικούς γεωλογικούς μετασχηματισμούς και παγκόσμια καταστροφή. Αλλά η χρονική ακολουθία της θεωρίας Βελικόσφκι «αφαιρεί» πέντε ολόκληρους αιώνες από τον αιγυπτιακό και απ’ τον ελληνικό πολιτισμό…

Για να στηρίξουν τέτοιου είδους επιχειρήματα, οι ψευδοϊστορικοί συνδυάζουν δεδομένα ποικίλων επιστημονι­κών κλάδων -«δανείζονται», μεταξύ άλλων, από την ιστορία, τη γεωλογία, τη γλωσσολογία, τη βιολογία, την αρχαιολογία-, αλλά πάντοτε μεταχειρίζονται αυτά τα «δάνεια» χωρίς συνάρτηση με τα θεωρητικά τους συμφραζόμενα ή με το εκάστοτε παραδεδεγμένο πλαίσιο ερμηνειών. Εστιάζουν στις πιθανές παραδοξότητες που περιέχουν τα δεδομένα, και όχι στο τι αποκαλύπτει η σπουδαιότητα του δεδομένου σε έναν λογικό ερευνητή.

Η θεματολογία της ψευδοϊστορίας είναι εντυπωσιοθηρική: αφανισμένες ήπειροι, χαμένες φυλές, το τέλος του κόσμου, η επιστροφή των αρχαίων εξωγήινων (ή των Θεών), κάποιες τερατώδεις συνωμοσίες που διαρκούν για αιώνες ή οι άνθρωποι του Παλαιού Κόσμου απ’ όλες τις πιθανές χώρες κι απ’ όλα τα πιθανά έθνη, οι οποίοι κατάφεραν να φτάσουν στην Αμερική πριν τον Χριστόφορο Κολόμβο, αλλά το κατόρθωμά τους παρέμεινε κρυφό και δεν υπάρχει ούτε μία καταγεγραμμένη αναφορά που να το αποδεικνύει πέρα από μερικά χωρία στις σάγκες κάποιων φλύαρων Βίκινγκς. Πολλοί ψευδοϊστορικοί προσεγγίζουν με εμμονή το θέμα τους και είναι προκατειλημμένοι στη μεθοδολογία που χρη­σιμοποιούν. Αυτό συμβαίνει όταν είναι ειλικρινείς. Υπάρχουν ωστόσο οι κυνικοί παραγωγοί ψευδοϊστορίας -άνθρωποι που μπορούν να πουν ή να γράψουν οτιδήποτε πιστεύουν ότι θα πουλήσει, ανεξάρτητα αν το πιστεύουν ή όχι. Βεβαίως, κανείς δεν αρνείται ότι οι εμπνεύσεις αυτού του είδους μπορούν εύκολα να οδηγήσουν σε λογοτεχνικά μπεστ σέλερ ή σε κινηματογραφικές επιτυχίες. Ας μην ξεχνάμε λοιπόν ότι η ψευδοϊστορία συνιστά -πάνω απ’ όλα- μια προοπτική οικονομικού κέρδους

Κάποιοι συγγραφείς αναφέρονται στην ψευδοϊστορία ως «ανορθόδοξη ιστορία» ή «εναλλακτική ιστορία». Προφανώς, τα επίθετα «ανορθόδοξος» ή «εναλλακτικός» δεν θεωρούνται τόσο επίμεμπτα ή υποτιμητικά όσο ο όρος ψευδοϊστορία. Οι ψευδοϊστορικοί, από την άλλη, αρέσκονται να χαρακτηρίζουν τα έργα τους ως προϊόντα μιας «απαγορευμένης ιστορίας», προσδίδοντας έτσι την ελκυστική χροιά του απαγορευμένου φρούτου απ’ το οποίο πηγάζει, όπως είναι γνωστό, η αληθινή γνώση του καλού και του κακού. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της ψευδοϊστορικής παραγωγής βασίζεται καταφανώς στο ψεύδος. Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες αναφέρει στον Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα:

«Καμιά ιστορία δεν μπορεί να είναι κακή εφόσον είναι αληθινή».

Κι αφού λοιπόν η ψευδοϊστορία αποκλίνει από την αλήθεια, δεν μπορεί παρά να συνιστά μια ιστορία απατηλή -ακόμα και επικίνδυνη. Ενδεχομένως, κάποιοι θα αποδοκιμάσουν τον όρο που επιλέχθηκε για να ονο­ματίσει το φαινόμενο, όμως ο όρος είναι απόλυτα ακριβής: το πρόθεμα «ψευ­δό» μπροστά από τη λέξη «ιστορία» σημαίνει μια ιστορία που βασίζεται σε εσφαλμένη μεθοδολογία και η οποία διαστρεβλώνει τα πραγματικά γεγονό­τα. Κλείνοντας, θα ήθελα να παραθέσω τη διατύπωση του Μαρκ Τουέιν:

«Πολλοί μπορεί να σκεφτούν ότι είμαι προκατειλημμένος. Ίσως και να εί­μαι. Άλλωστε, θα ντρεπόμουν για τον εαυτό μου στην περίπτωση που δεν ήμουν»

*********

Ronald H. Fritze – Επινοημένη γνώση Ψευδοϊστορία, ψευδοεπιστήμη καιψευδοθρησκείες. Μετάφραση Δημήτρης Τανούδης