Ποιοι είμαστε
Αρχική Νέα μελέτη ακυρώνει τη θεωρία της εξέλιξης; – Καταρρίπτεται!ΨΕΥΔΟΕΠΙΣΤΗΜΗ

Νέα μελέτη ακυρώνει τη θεωρία της εξέλιξης; – Καταρρίπτεται!

30 Νοε
2018

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 5 έτη.

Στην Ελληνική πλευρά του διαδικτύου κυκλοφορεί ένα δημοσίευμα σύμφωνα με το οποίο μια μελέτη κατέρριψε την Δαρβινική θεωρία της “Εξέλιξης μέσω της Φυσικής Επιλογής”. Ο εν λόγω ισχυρισμός ωστόσο είναι εξ ολοκλήρου αβάσιμος.

Είδαμε την είδηση στα: gazzeta.gr, akous.gr

Το θέμα της εξέλιξης αποτελεί την πλέον κρυστάλλινη απεικόνιση του πως η ελλιπής κατανόηση βασικών επιστημονικών εννοιών μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη διαστρέβλωση της πραγματικότητας.

Στο συγκεκριμένο άρθρο δε θα γίνει ανάλυση των παρανοήσεων του κοινού σχετικά με την έννοια της εξελικτικής πορείας των ειδών στον πλανήτη. Για τους σκοπούς της εν λόγω ανάλυσης αρκεί να πούμε πως η εξέλιξη στο πλαίσιο της βιολογίας είναι η διαδικασία κατά την οποία κάθε έμβιο σύστημα στον πλανήτη υφίσταται σταδιακές αλλαγές στα βιολογικά του χαρακτηριστικά με τη πάροδο του χρόνου και η “Φυσική Επιλογή” είναι ο μηχανισμός με τον οποίο λαμβάνει χώρα αυτή η αλλαγή.

Στην επιστημονική κοινότητα, η εγκυρότητα της εξελικτικής θεωρίας δεν αποτελεί θέμα συζήτησης, πρόκειται για εδραιωμένο μοντέλο με πλειάδα μελετών και δεδομένων που συνηγορούν υπέρ της. [πηγή 1][πηγή 2][πηγή 3][πηγή 4][πηγή 5][πηγή 6][πηγή 7] [πηγή 8]

Κατά κύριο λόγο λοιπόν οι “ενστάσεις” απέναντι σε αυτό το μοντέλο εγείρονται απο άτομα με ελλειπή ή μηδενική κατανόηση για το τι είναι και πως λειτουργεί ο μηχανισμός της εξέλιξης.

Με όλα αυτά κατά νου λοιπόν μπορούμε να εξετάσουμε τα άρθρα που κυκλοφορούν αυτές τις μέρες. Σύμφωνα με αυτά:


“Οι μελετητές του πανεπιστημίου της Βασιλείας στην Ελβετία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όλοι οι άνθρωποι που γεννήθηκαν στον πλανήτη τα τελευταία 200.000 χρόνια αποτελούν απογόνους ενός μόνο ζευγαριού ανθρώπων που εικάζεται ότι έζησε την ίδια χρονική περίοδο.

Οι Μαρκ Στεκλ και Ντέιβιντ Τάλερ υποστηρίζουν ότι μετά από ενδελεχείς έρευνες, που περιελάμβαναν την εξέταση περισσότερων από πέντε εκατομμυρίων γενετικών κωδικών από τουλάχιστον 100.000 ξεχωριστά είδη ζώων -συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου-, διαπίστωσαν ότι όλοι οι άνθρωποι προέρχονται από ένα μόνο ζευγάρι ανθρώπων, μετά από πιθανώς κάποιο καταστροφικό γεγονός, που άφησε την Γη σχεδόν ερημωμένη.

Μάλιστα, η ερευνητική ομάδα του ελβετικού πανεπιστημίου θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι αντίστοιχη εξελικτική πορεία είχε και το 90% των ειδών του ζωικού βασιλείου, ενώ εκτιμούν ότι όλες οι μορφές ζωής που υπάρχουν αυτή τη στιγμή ξεκίνησαν το ταξίδι τους στην Γη την ίδια περίπου χρονική περίοδο με τον άνθρωπο, πριν από 250.000 χρόνια.
Η θεωρία των δύο ανθρωπολόγων, καταρρίπτει σε μεγάλο βαθμό της εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, προκαλώντας έναν μικρό «σεισμό» μεταξύ των επιστημόνων, καθώς μέχρι πρότινος η θεωρία της Εξέλιξης των Ειδών θεωρούνταν η επικρατέστερη εκδοχή για την πορεία του ανθρώπου στον πλανήτη στο πέρασμα των αιώνων.”


Το ίδιο κείμενο, με ελάχιστες παραλλαγές κυκλοφόρησε σε διάφορα ελληνικά site.

Η έρευνα στην οποία αναφέρονται αυτά τα δημοσιεύματα έχει το τίτλο “Why should mitochondria define species?” και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Human Evolution”. [πηγή]



Πριν περάσουμε στην ανάλυση της ουσίας του άρθρου να πούμε ότι το περιοδικό στο οποίο δημοσιεύτηκε είναι χαμηλού δείκτη αξιοπιστίας και δεν είναι peer-reviewed, δηλαδή η μελέτη δεν ελέγχθηκε για εγκυρότητα ή λάθη πριν τη δημοσίευση. Αυτό θα έπρεπε να είναι εξ αρχής κόκκινη γραμμή καθώς μελέτες που δεν έχουν περάσει αυτό το φίλτρο, κατά κύριο λόγο, δεν λαμβάνονται υπόψη ως έγκυρες πηγές δεδομένων από την επιστημονική κοινότητα.



Εδώ όμως θα κάνουμε τη παραδοχή ότι η μελέτη έχει ελεγχθεί και θα εξετάσουμε τα ίδια τα δεδομένα για να δούμε αν τα ελληνικά δημοσιεύματα έχουν βάση.

Η μελέτη πρακτικά ασχολήθηκε με τη τεχνική του “DNA Barcoding”, δηλαδή μια μέθοδο που χρησιμοποιείται για να αναγνωρίσουμε και να κατηγοριοποιήσουμε ένα νέο οργανισμό που ανακαλύπτουμε. Αυτό γίνεται συγκρίνοντας ένα συγκεκριμένο γονίδιο του κάθε νέου οργανισμού που βρίσκουμε, το COI, με το αντίστοιχο γονίδιο σε είδη που έχουμε ταυτοποιήσει ήδη. Η ίδια η τεχνική βασίζεται στο ότι το γονίδιο COI εμφανίζει πολύ μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα σε μέλη του ίδιου είδους ενώ έχει σημαντικές διαφορές μεταξύ διαφορετικών ειδών επομένως είναι ένας αρκετά χρήσιμος οδηγός ταξινόμησης. Αυτό το γονίδιο βρίσκεται στο μιτοχονδριακό DNA. Τα κύτταρα μας έχουν το DNA συγκεντρωμένο σε δυο σημεία, στον πυρήνα και στα μιτοχόνδρια, το DNA των μιτοχονδρίων λοιπόν το κληρονομούμε εξ ολοκλήρου από τη μητέρα και συνεπώς όποιες μεταλλάξεις γίνονται στο μιτοχονδριακό DNA κατά τη μεταφορά γενετικού υλικού στη σύλληψη μπορούν να λειτουργήσουν ως ανιχνευτές για την εύρεση της γενεαλογίας ενός οργανισμού όπως ο άνθρωπος. [πηγή 1] [πηγή 2]

Με βάση αυτό το δεδομένο λοιπόν η μελέτη εξέτασε το προαναφερθέν γονίδιο του μιτοχονδριακού DNA για περίπου 100,000 είδη και κατέληξε στο ότι η γενετική ποικιλομορφία για κάθε είδος, δηλαδή οι διαφορές ανάμεσα στο μιτοχονδριακό τους DNA είναι πολύ μικρή, περίπου 0.2%.

Αυτή η πληροφορία οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι κάθε είδος που παρατηρούμε σήμερα προέκυψε απο ένα πολύ μικρό αριθμό προγόνων που έζησαν πριν απο περίπου 200,000 χρόνια. Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Η τεχνική που επιστρατεύτηκε και τα δεδομένα που παρουσίασαν οι ερευνητές αφορούσαν τη σύγκριση σε ένα μόνο γονίδιο. Παρότι τα αποτελέσματα λοιπόν είναι ενδιαφέροντα, σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν αδιάσειστα στοιχεία για την επιβεβαίωση της εικασίας που διατυπώθηκε απο τους ερευνητές.

Επιπρόσθετα, η τεχνική αυτή μας δίνει απλώς το ελάχιστο δυνατό χρόνο ύπαρξης ενός είδους, όχι τον μέγιστο. Πιο απλά, αν υποθέσουμε ότι είχαμε ένα είδος τίγρης το οποίο εμφανίστηκε πριν απο 300,000 χρόνια και πριν απο 200,000 χρόνια το 50% του πληθυσμού αυτής της τίγρης μετακινήθηκε σε άλλη τοποθεσία για να επιβιώσει έχουμε ένα είδος που έχασε ένα σημαντικό μέρος της γενετικής του ποικιλομορφίας. Το κομμάτι του είδους που επιβίωσε, οι απόγονοι του δηλαδή, αποτελούν τη μόνη διαθέσιμη πηγή γενετικού ιστορικού. Δηλαδή έχουμε πρόσβαση μόνο στο μιτοχονδριακό DNA του πληθυσμού που επιβίωσε. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το είδος είναι μόνο 200,000 ετών.

Αυτό ισχύει και με τα είδη που εξετάστηκαν στην έρευνα. Τα δεδομένα αφορούν το μιτοχονδριακό DNA, δηλαδή το αρχείο των γενετικών πληροφοριών που έχουμε διαθέσιμο απο τους απογόνους των ειδών που επιβίωσαν. Εκεί που τελειώνουν οι πληροφορίες απο το μιτοχονδριακό DNA μπορούν να συμπληρώσουν την εικόνα τα αρχεία των απολιθωμάτων για το κάθε διαφορετικό είδος. [πηγή]

Πλην όλων των παραπάνω φυσικά υπάρχει και το πρόβλημα ερμηνείας και διατύπωσης των συμπερασμάτων της μελέτης απο τα διάφορα μέσα ενημέρωσης. Ένα εκ των προβλημάτων εντοπίζεται σε αυτό τον ισχυρισμό:


“Μάλιστα, η ερευνητική ομάδα του ελβετικού πανεπιστημίου θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι αντίστοιχη εξελικτική πορεία είχε και το 90% των ειδών του ζωικού βασιλείου, ενώ εκτιμούν ότι όλες οι μορφές ζωής που υπάρχουν αυτή τη στιγμή ξεκίνησαν το ταξίδι τους στην Γη την ίδια περίπου χρονική περίοδο με τον άνθρωπο, πριν από 250.000 χρόνια.”


Αυτός ο ισχυρισμός προέκυψε απο παρερμηνεία του παρακάτω τμήματος της μελέτης:


“[…] the extant population, no matter what its current size or similarity to fossils of any age, has expanded from mitochondrial uniformity within the past 200,000 years.”


Αυτό το κομμάτι περιγράφει το φαινόμενο που αναλύσαμε ήδη, δηλαδή το γεγονός ότι μετά την υποθετική καταστροφή που ώθησε τα είδη να μετακινηθούν μαζικά, το γεννετικό αρχείο “μηδενίστηκε”. Επομένως η πιο μακρινή εικόνα του κάθε εξεταζόμενου είδους με χρήση του μιτοχονδριακού DNA φτάνει μέχρι πριν περίπου 200,000 χρόνια.

Τα μέσα ενημέρωσης ωστόσο το μετέφρασαν ως εξής:

“Το 90% των ειδών προέρχεται απο δυο προγόνους και εμφανίστηκε στο πλανήτη, όπως και ο άνθρωπος, πριν απο 200,000 χρόνια.”

Η μελέτη όμως δε λέει κάτι τέτοιο, ούτε κάνει τον ισχυρισμό πως όλα τα είδη εμφανίστηκαν στη Γη πριν απο 200,000 χρόνια, κάθε οργανισμός στο πλανήτη είναι αποτέλεσμα εξελικτικής προσαρμογής δισεκατομμυρίων ετών.

Συνεπώς η μελέτη σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνει τη θεωρία της εξέλιξης, ούτε κάνει κάποιος εκ των ερευνητών αυτό τον ισχυρισμό εντός της μελέτης ή σε κάποια συνέντευξη. Αν μη τι άλλο αυτό που φαίνεται από τα εν λόγω άρθρα είναι η έλλειψη κατανόησης και η απροθυμία σοβαρής μελέτης από μεγάλα μέσα ενημέρωσης για θέματα επιστημονικής αρθρογραφίας. Συγκεκριμένα, το σημείο που δείχνει καθαρά το επίπεδο άγνοιας για το πως λειτουργεί η επιστημονική μέθοδος αποτυπώνεται στο παρακάτω κομμάτι:


Η θεωρία των δύο ανθρωπολόγων, καταρρίπτει σε μεγάλο βαθμό της εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, προκαλώντας έναν μικρό «σεισμό» μεταξύ των επιστημόνων, καθώς μέχρι πρότινος η θεωρία της Εξέλιξης των Ειδών θεωρούνταν η επικρατέστερη εκδοχή για την πορεία του ανθρώπου στον πλανήτη στο πέρασμα των αιώνων.”


Μια επιστημονική θεωρία αποτελεί ένα στέρεο οικοδόμημα συσσωρευμένης γνώσης και δεδομένων. Η θεωρία της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής βασίστηκε σε αρχαιολογικά ευρήματα, απολιθώματα, γενετικές μελέτες και διορθώσεις αιώνων, ενώ έχει περάσει απο αναρίθμητα φίλτρα για να φτάσει στη σημερινή της μορφή. Μια μελέτη δεν είναι ικανή να ισοπεδώσει όλο αυτό τον όγκο αποδείξεων. Ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι η εν λόγω θεωρία δε θα μπορούσε να καταρριφθεί καθώς η ίδια η ουσία της επιστήμης είναι η ικανότητα της να αλλάζει ανάλογα με τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως. Στο θέμα της εξέλιξης λοιπόν κάθε εν ζωή επιστήμονας θα είχε τεράστιο προσωπικό συμφέρον απο τη κατάρριψη της δεδομένου του ότι μια τέτοια κατάρριψη θα εξασφάλιζε μια τεράστια ώθηση στη καριέρα του. Μέχρι στιγμής όμως δεν έχει γίνει κάποια τέτοια ανακάλυψη ή έστω νύξη σχετικά με την εγκυρότητα της εξελικτικής θεωρίας.

Συνεπώς ο “σεισμός” που υποτίθεται πως προκάλεσε αυτή η μελέτη στην επιστημονική κοινότητα ήταν αρκετά ήπιος καθώς κανένα μεγάλο επιστημονικό μέσο ή θεσμός δεν έχει αναφερθεί σε “κατάρριψη της Δαρβινικής θεωρίας” ούτε ακούστηκε ανακοίνωση για βράβευση των ερευνητών με το Νόμπελ Βιολογίας.

Η προσπάθεια προσέλκυσης αναγνωστικού κοινού έχει δυστυχώς ως παράπλευρη απώλεια την αντικειμενική απεικόνιση των επιστημονικών δεδομένων και αυτή η συμπεριφορά οδηγεί στην επιδείνωση του επιστημονικού αλφαβητισμού στην Ελλάδα.

Είναι πτυχιούχος χημείας (B.Sc.) απο το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ). Αυτή τη στιγμή παρακολουθεί το αγγλόφωνο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τίτλο “Μaster of Arts in Digital Media, Communication and Journalism” στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.